Στην ετήσια ανάλυση της ενεργειακής αγοράς από τον Economist για το 2023, η οριακή αύξηση της κατανάλωσης άνθρακα για να αντισταθμιστούν τα κενά στον εφοδιασμό φυσικού αερίου και η αναγκαστική επιστροφή στα ορυκτά καύσιμα για πολλές χώρες ως αποτέλεσμα των ακραίων καιρικών φαινομένων σκιαγραφούνται ως πιθανά, αναμενόμενα εμπόδια στην εξέλιξη της παγκόσμιας ενεργειακής μετάβασης.
Οι επιπτώσεις από τη ρωσική επιδρομή στην Ουκρανία στην ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά είναι έκδηλες και αντικατοπτρίζονται στη μείωση κατά 3,5% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας το 2022, αποτελώντας τη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση από την παγκόσμια ύφεση το 2009. «Κλειδί» για την αντιμετώπιση των διεθνών κινδύνων και προκλήσεων αποτελεί η επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης, ακρογωνιαίος λίθος της οποίας είναι οι επενδύσεις σε έργα ΑΠΕ.
Η προοπτική των ΑΠΕ στο διεθνές ενεργειακό περιβάλλον προμηνύεται ευοίωνη. Σύμφωνα με τις ετήσιες προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA), οι ΑΠΕ αναμένεται να αναπτυχθούν περαιτέρω, με το μερίδιό τους στο παγκόσμιο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής να αυξάνεται από το 29% το 2022 στο 35% το 2025, όταν τα αντίστοιχα μερίδια άνθρακα και φυσικού αερίου θα έχουν υποχωρήσει.
Το κόστος της παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ είναι το χαμηλότερο από κάθε άλλη συμβατική πηγή ενέργειας. Η ενεργειακή κρίση ανέδειξε την αδήριτη ανάγκη για χαμηλό κόστος ενέργειας και φαίνεται να λειτουργεί ως ευκαιρία για ταχύτερη ανάπτυξη των ΑΠΕ. Στις ημέρες μας, η ανάπτυξη των ΑΠΕ δεν απαιτεί επιδοτήσεις και οικονομικές ενισχύσεις. Έχει καταστεί πρώτη προτεραιότητα θεσμικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την πρόκληση πλέον να είναι η ταχύτερη αδειοδότηση. Σημαντικός κρίνεται ο ρόλος που αναμένεται να διαδραματίσουν το υδρογόνο και τα συνθετικά καύσιμα, αξιολογούμενα ως εναλλακτικές επιλογές έναντι των ορυκτών καυσίμων σε έναν μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα.
Μεγάλη πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης αποτελεί, επίσης, η διαθεσιμότητα πρώτων υλών. Γι’ αυτό η Ευρώπη επιχειρεί να θωρακιστεί κατάλληλα μέσω της σύναψης διακρατικών συμφωνιών με παραγωγούς «πράσινων» πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένου, μεταξύ άλλων, του λιθίου για την ευρεία παραγωγή μπαταριών.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, η νομοθετική πρωτοβουλία Inflation Reduction Act (IRA) του Προέδρου των ΗΠΑ Joe Biden αποτελεί μια αποφασιστική νομοθετική δράση που στοχεύει στην ανοικοδόμηση μιας οικονομίας καθαρής ενέργειας, στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας. Την IRA συνοδεύει πακέτο στήριξης ύψους 369 δισ. δολαρίων σε φορολογικά κίνητρα και επιδοτήσεις για «πράσινες» τεχνολογίες, με την αναμενόμενη συμβολή της στην αύξηση του ΑΕΠ των ΗΠΑ να διαμορφώνεται στο επίπεδο του 1% το 2030.
«Ακολουθώντας το φιλόδοξο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα ανάπτυξης ΑΠΕ, η ΔΕΗ ηγείται της ενεργειακής μετάβασης έχοντας στρατηγικό αναπτυξιακό όραμα. Το χαρτοφυλάκ§ιο περιλαμβάνει εγκατεστημένα έργα ισχύος άνω των 600 MW και ώριμα άνω των 4 GW. Στόχος μας τα 5 GW εντός πενταετίας και 10 GW σε βάθος δεκαετίας.»
Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να δώσει ηχηρή απάντηση στις πιθανές επιπτώσεις της IRA στην ευρωπαϊκή οικονομία και να διατηρήσει τη Γηραιά Ήπειρο στην αιχμή της καινοτομίας και ανάπτυξης επί της ψηφιακής και «πράσινης» μετάβασης.
Σε εθνικό επίπεδο, η ενεργειακή μετάβαση τοποθετείται ψηλά στην ατζέντα των εφαρμοζόμενων πολιτικών. Η ανάπτυξη των συστημάτων ΑΠΕ θα διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο σε όρους ισχύος, δεδομένου του στόχου που προδιαγράφηκε μέχρι το 2030. Οι θετικές προοπτικές του κλάδου αναμένεται να ενισχυθούν. Με στόχο την ταχύτερη ανάπτυξη των ΑΠΕ και την αποδοτικότερη διαχείριση του ηλεκτρικού χώρου των δικτύων, κρίθηκε απαραίτητη η ενσωμάτωση έως το τέλος της δεκαετίας περισσότερων συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας. Στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ ενισχύθηκε και ο στόχος σε αναγκαία υπεράκτια αιολική ισχύ, αναδεικνύοντας τη σημαντική προστιθέμενη αξία που αναμένεται να παράσχει η εν λόγω τεχνολογία, τόσο σε επίπεδο ενεργειακού συστήματος όσο και σε επίπεδο εθνικής οικονομίας.
Η ΔΕΗ ηγείται της ενεργειακής μετάβασης στην Ελλάδα, έχοντας διαμορφώσει ένα αξιοσημείωτο πρόγραμμα ανάπτυξης ΑΠΕ. Διαθέτει εγκαταστημένα έργα ισχύος άνω των 600 MW και ένα χαρτοφυλάκιο ώριμων έργων άνω των 4 GW. Έχοντας καταρτίσει ένα από τα πιο φιλόδοξα προγράμματα ανάπτυξης ΑΠΕ στην Ευρώπη, η ΔΕΗ στοχεύει στα 5 GW εντός της επόμενης πενταετίας και στα 10 GW στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.